Η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, όταν ήταν Πρύτανης της Ακαδημίας του Παρισιού και Καγκελάριος όλων των Πανεπιστημίων του Παρισιού, επισκέφθηκε μαζί με τον Πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Φθάνοντας στο Πανεπιστήμιο, τους υποδέχθηκε ο Πρόεδρός του και απευθύνθηκε στην Αρβελέρ: "Χορεύεις καλαματιανό;" της είπε. Εκείνη τα έχασε... "Ι am John Bradimas". Στο δείπνο, ο Μιτεράν, παρόντος του Προέδρου των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέϊγκαν, έκλεισε τον επίσημο χαιρετισμό του ως εξής: "Ο Πρόεδρος του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και η Πρόεδρος όλων των Πανεπιστημίων του Παρισιού δεν μιλούσαν αυτήν την ώρα ούτε γαλλικά, ούτε αγγλικά. Μιλούσαν ελληνικά. Ε! αυτό είναι αυτοκρατορία!"

8 Σεπτεμβρίου 2010

Το βαπόρι απ' την Περσία...

Αληθινή ιστορία "το βαπόρι απ' την Περσία" που έκανε τραγούδι ο Τσιτσάνης το 1977.
"Ήταν προμελετημένη, καρφωτή και λαδωμένη" λέει ο στίχος και φυσικά ήταν... με την εμπλοκή μυστικών υπηρεσιών στο χώρο της ναυτιλίας... σε μία επιχείρηση μοναδική στα παγκόσμια ναυτιλιακά χρονικά.
Ας δούμε την ιστορία.

Στις 7 Ιανουαρίου του 1977 το μότορσιπ «Γκλόρια», φορτωμένο με έντεκα τόνους κατεργασμένου χασίς, συνολικής αξίας 4 δισ. δραχμών, ερχόμενο από την Βηρυτό και με προορισμό το Άμστερνταμ, σταμάτησε στην Κορινθία. Είναι μια από τις μεγαλύτερες ποσότητες χασίς που είχε κατασχεθεί μέχρι τότε στα παγκόσμια χρονικά. Τα ρεπορτάζ των εφημερίδων ανέφεραν ότι το «Γκλόρια» ήταν πλευρισμένο στα Ίσθμια και περίμενε εντολές για την πορεία του, όταν βρέθηκαν πάνω του έντεκα τόνοι χασίς. Συνελήφθηκαν ο πλοίαρχος και οι ναυτικοί του πλοίου, μεταξύ αυτών και δυο Τούρκοι υπήκοοι, οι οποίοι είχαν κρυφτεί στις καμπίνες. Παραλήπτες του φορτίου, σύμφωνα με πληροφορίες, ήταν Λιβανέζοι υπήκοοι στο Άμστερνταμ.

Ασφαλώς ήταν προμελετημένη και καρφωτή δουλειά, αφού ο ίδιος πλοίαρχος (!!) του «Γκλόρια» Νίκος Ξανθόπουλος, ο «Κάπτεν Νικ», όπως τον αποκαλούσαν, ήταν άνθρωπος της Μυστικής Αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών DEA (Drug Enforcement Administration). Ο «Κάπτεν Νικ» με τα εκάστοτε καράβια που είχε στην κατοχή του, είχε γυρίσει όλες τις θάλασσες του κόσμου και είχε γνωρίσει τους πάντες γύρω από τα κυκλώματα του εμπορίου ναρκωτικών. Έπαιζε, δηλαδή διπλό ρόλο και "παραπλανούσε" και τους μεγαλύτερους έμπορους ναρκωτικών, όπως στην περίπτωσή μας. Λαθρέμπορος τσιγάρων στην αρχή της καριέρας του και ο ίδιος, διαφοροποιήθηκε στην πορεία.... Αποδέχτηκε την πρόταση της DEA το 1964 και από τότε εισχωρούσε στα κανάλια των ναρκωτικών και έδινε πληροφορίες σχετικά με την διακίνηση. Μερικές φορές, όπως στην περίπτωση του «Γκλόρια», παραλάμβανε ο ίδιος το εμπόρευμα με το καράβι του, ως μεταφορέας και το παρέδιδε στις λιμενικές αρχές.

Το όλο σκηνικό βεβαίως που στηνόταν, σε συνεργασία με τα ανώτερα κλιμάκια του υπουργείου της εκάστοτε χώρας, έπρεπε να είναι αληθοφανές, ώστε να μην εκτεθεί ο ίδιος και αποκαλυφθεί η ιδιότητα τους στους ανθρώπους των ναρκωτικών, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του. Έτσι, οι εφημερίδες βούιζαν για μέρες, ότι επιτυχία των αρχών της χώρας... συνελήφθη ο καπετάνιος... κ.λπ.

Στην περίπτωση του «Γκλόρια» συνέβη το εξής, όπως περιγράφει πολύ ωραία στο βιβλίο του «Ένα Τραγούδι και Μια Ιστορία» ο Ηρακλής Ευστρατιάδης.

Ο «Κάπτεν Νικ» βρισκόταν με το καράβι στη Λάρνακα, όταν τον πλησίασε ένας ναυτικός πράκτορας και του πρότεινε μια «μεγάλη» δουλειά – ένα φορτίο από τη Βηρυτό με προορισμό το Ρότερνταμ. Ο «Κάπτεν Νικ» δέχτηκε και τράβηξε με το πλοίο του για Βηρυτό, στο λιμάνι Τζουνίχ. Εκεί συνάντησε δυο Λιβανέζους εμπόρους και συμφώνησαν για τη μεταφορά του εμπορεύματος, που ήταν 300 σακιά χασίς, 40 κιλά το καθένα (80 πλάκες του μισού κιλού το κάθε τσουβάλι). Το ποσό για την μεταφορά καθορίστηκε στα 300.000 δολάρια, τα μισά με τη φόρτωση και τα άλλα μισά με την παράδοση στο Ρότενταμ. Η παραλαβή του εμπορεύματος έγινε έξω από το παραθαλάσσιο χωριό Ιμεΐλ, όπου με βάρκες μεταφέρθηκαν τα τσουβάλια με το χασίς. Με την τελευταία βάρκα μπήκαν στο «Γκλόρια» και οι δυο Τούρκοι συνοδοί του εμπορεύματος. Στο μεταξύ, πριν από την παραλαβή, στις 23 Δεκεμβρίου 1976, ο «Κάπτεν Νικ» είχε καλέσει από το ραδιοτηλέφωνο του «Γκλόρια» το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας στην Ελλάδα και είχε ειδοποιήσει συνθηματικά ότι θα τους φέρει πολλούς τόνους «σοκολάτα» δώρο για τα Χριστούγεννα. Η διαταγή είχε προχωρήσει, ενώ συμφωνήθηκε ο τρόπος και ο τόπος προσέγγισης. Για να μην εκτεθεί στους λαθρέμπορους, ενημέρωσε ακόμη το Υ.Ε.Ν. ότι θα πλεύσει 10 μίλια νότια της Πύλου και ζήτησε το ελληνικό καταδιωκτικό του λιμενικού να τους προσεγγίσει στο συγκεκριμένο σημείο, τάχα για έναν τυπικό έλεγχο.

Μετά τη φόρτωση του εμπορεύματος, ο «Κάπτεν Νικ» έβαλε πλώρη για την Πύλο, έχοντας πλήρωμα 2 ναύτες, μαζί τους βεβαίως και οι δυο Τούρκοι συνοδοί. Κατευθυνόμενος προς την Πύλο συνάντησε 11 – 12 μποφόρ πουν τον ανάγκασαν να αλλάξει ρότα. Έτσι τράβηξε για τη Σίφνο, όπου αγκυροβόλησε προσωρινά. Ειδοποίησε εκ νέου το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και πήρε εντολές για νέο τόπο συνάντησης, τα Ίσθμια της Κορίνθου. Το «Γκλόρια» έφτασε στις 6 Ιανουαρίου του 1977 στα Ίσθμια, όπου το περίμενε το Λιμενικό Σώμα. Οι δυο Τούρκοι ("τα δυο μεμέτια τα καημένα") οδηγήθηκαν στις φυλακές του Ναυπλίου, ενώ ο «Κάπτεν Νικ» και το πλήρωμα του, μετά τις αρχικές "υποτιθέμενες συλλήψεις" για τον ελληνικό λάο..., δέχτηκαν τα συγχαρητήρια του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας Αλέξναδρου Παπαδόγγονα. Το Υπουργείο Οικονομικών όρισε ως αμοιβή για τη μεγάλη επιτυχία 7.800.000 δρχ. Ο «Κάπτεν Νικ» από αυτά πήρε 1.500.000 δρχ., τα υπόλοιπα τα μοιράστηκαν … διάφοροι αξιωματικοί.

Ο Τσιτσάνης την υπόθεση την έκανε τραγούδι, το οποίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Η υπόθεση, βέβαια, με την έλευση των ετών αποκαλύφθηκε πλήρως...